μάλθη — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 380 μ., 155 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τριφυλίας του νομού Μεσσηνίας. Βρίσκεται Δ του Μελιγαλά. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Δωρίου. Κοντά στη σημερινή Μάλθη (σε υψόμετρο περίπου 280 μ.) υπάρχουν τα ερείπια προϊστορικού… … Dictionary of Greek
μάλθη — μάλθα mixture of wax and pitch fem nom/voc sg (attic epic ionic) μάλθη mixture of wax and pitch fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κάτω Μάλθη — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 140 μ., 89 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τριφυλίας του νομού Μεσσηνίας. Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του νομού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Δωρίου … Dictionary of Greek
μάλθηι — μάλθῃ , μάλθα mixture of wax and pitch fem dat sg (attic epic ionic) μάλθῃ , μάλθα mixture of wax and pitch fem dat sg (attic epic ionic) μάλθῃ , μάλθη mixture of wax and pitch fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μεσσηνία — Ιστορική γεωγραφική περιοχή και νομός (2.991 τ. χλμ., 176.876 κάτ.) της νοτιοδυτικής Πελοποννήσου, που υπάγεται στην περιφέρεια Πελοποννήσου. Συνορεύει Β με τον νομό Ηλείας, Α με τους νομούς Αρκαδίας και Λακωνίας, ενώ στα Δ, στα Ν και κατά ένα… … Dictionary of Greek
Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… … Dictionary of Greek
μάλθα — και μάλθη, η (Α μάλθα και μάλθη) [μαλθακός] μίγμα από κερί και πίσσα ή μούργα λαδιού, που χρησιμοποιείται συνήθως για το καλαφάτισμα τών πλοίων νεοελλ. πυκνόρρευστο φυσικό προϊόν τού πετρελαίου, ενδιάμεση βαθμίδα μεταξύ πετρελαίου και ασφάλτου, η … Dictionary of Greek
μάλθα — μάλθᾱ , μάλθα mixture of wax and pitch fem nom/voc/acc dual μάλθα mixture of wax and pitch fem nom/voc sg μάλθᾱ , μάλθα mixture of wax and pitch fem nom/voc/acc dual μάλθᾱ , μάλθα mixture of wax and pitch fem nom/voc sg (doric aeolic) μάλθᾱ … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
БИБЛ — I. • Βίβλος, лыко папируса, βύβλος, liber, употреблявшееся для писания. Каким образом оно приготовлялось, не вполне ясно. Вероятно трехгранный, имевший внутри мягкую сердцевину стебель растения был разрезаем и освобождаем от… … Реальный словарь классических древностей
БИБЛ — I. • Βίβλος, лыко папируса, βύβλος, liber, употреблявшееся для писания. Каким образом оно приготовлялось, не вполне ясно. Вероятно трехгранный, имевший внутри мягкую сердцевину стебель растения был разрезаем и освобождаем от… … Реальный словарь классических древностей